- ἰβιοστολιστής
- ἰβῐο-στολιστής, οῦA
, ὁ
maker of shrouds for the sacred ibis,PFay.
246 (i/ii A.D.).
Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
, ὁ
maker of shrouds for the sacred ibis,PFay.
246 (i/ii A.D.).Greek-English dictionary (Αγγλικά Ελληνικά-λεξικό). 2014.
ιβιοστολιστής — ἰβιοστολιστής, ὁ (Α) ο κατασκευαστής σαβάνων για ίβεις. [ΕΤΥΜΟΛ. < ίβις, ιος + στολιστής] … Dictionary of Greek
ίβις — Γενική ονομασία πτηνών της υπόταξης των πελαγομόρφων, της οικογένειας των θρησκειορνιθιδών. Το πιο γνωστό είναι η ί. η ιερά (Τhreskiornis aethiopicus), διαδεδομένο στην Αφρική (εκτός από τις νοτιοανατολικές περιοχές της) και σε μερικές ζώνες της… … Dictionary of Greek